Η κόλαση είναι λέξη αρχαιοελληνική· βέβαια, στην αρχαία θρησκεία Κόλαση δεν υπήρχε, μόνο ο Άδης, χωρίς μάλιστα να έχει τη σημασία του τόπου τιμωρίας των αμαρτωλών. Η λέξη κόλασις είχε άλλη σημασία και μάλιστα έχει την απώτερη προέλευσή της στην… κηπουρική, αφού το ρήμα κολάζω, από το οποίο προέρχεται, είχε την αρχική σημασία «κλαδεύω»· το κολάζω με τη σειρά του ανάγεται στο αρχαίο επίθετο «κόλος», που το χρησιμοποιούσαν για ζώα με κομμένα κέρατα ή για κάτι ακρωτηριασμένο, κολοβό ή κοντό. Η ραψωδία Θ της Ιλιάδας, όπου ο Όμηρος συντομεύει τη διήγηση για να μην περιγράψει αναλυτικά τα παθήματα των Αχαιών, ονομαζόταν «κόλος μάχη».
Λοιπόν, αρχικά κόλασις είναι το κλάδεμα («αι κολάσεις των αμυγδαλών» στον Θεόφραστο) και κολάζω σήμαινε κλαδεύω, αλλά πολύ γρήγορα πήρε επίσης τη σημασία «συγκρατώ κάτι (αρνητικό), περιορίζω τις συνέπειες» («τας επιθυμίας … κολάζειν» στον Πλάτωνα) και επεκτάθηκε στην επιβολή τιμωρίας για σωφρονισμό («τους κολάσεως δεομένους αλλ’ ου μαθήσεως», πάλι στον Πλάτωνα).
Η σημασία της τιμωρίας ενισχύεται με τον ερχομό του Χριστιανισμού, οπότε η λέξη κόλασις παίρνει την ειδική σημασία της μετά θάνατο τιμωρίας των ψυχών των αμαρτωλών. Στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, ο Ιησούς, μιλώντας με παραβολές για τη μέλλουσα κρίση, είπε για τους αμαρτωλούς ότι «απελεύσονται ούτοι εις κόλασιν αιώνιον» (δηλ. σε αιώνια τιμωρία) και από αυτό το χωρίο στους επόμενους αιώνες ονομάστηκε κόλασις όχι μόνο η μετά θάνατον τιμωρία αλλά και ο τόπος όπου συντελείται αυτή, και σιγά-σιγά η λαϊκή φαντασία και αργότερα η τέχνη εικονογράφησαν τα ποικίλα βασανιστήρια της Κολάσεως, συχνά με εντυπωσιακή δύναμη· καθώς περνούν οι αιώνες, η λέξη κόλαση φτάνει να σημαίνει τη μεγάλη ταλαιπωρία και τα βάσανα που περνάει κάποιος και στην επίγεια ζωή, ήδη σε κείμενα της κρητικής λογοτεχνίας («τες κόλασες που έπαθε γι’ αγάπη» στον Θησέα).
Με τη σημασία αυτή λέμε και σήμερα ότι, π.χ. η ζωή στην Αθήνα έχει γίνει κόλαση, εννοώντας την ταλαιπωρία της μεγαλούπολης, ενώ τους τόπους εγκλεισμού και βασανιστηρίων, τη Μακρόνησο ας πούμε ή κάποιες σκληρές φυλακές, τους λέμε συχνά «κολαστήριο». Στο κλισέ της «πύρινης κόλασης» καταφεύγει ο αμήχανος δημοσιογράφος για να περιγράψει μια πυρκαγιά, αλλά και «της γης τους κολασμένους», όπως το απέδωσε στα ελληνικά ο Γιάννης Πικρός, θέλησε να συνεγείρει η Διεθνής των Εργαζομένων. Στα τελευταία χρόνια, η λέξη «κόλαση» χρησιμοποιείται κυρίως από νέους και με θετική σημασία, για την ξέφρενη διασκέδαση ας πούμε, ή για απολαύσεις καυτές αλλά και επικίνδυνες.
Ωστόσο, πολύ φοβάμαι πως δεν είναι μ’ αυτή την τελευταία σημασία που υποσχέθηκε ο κ. Στουρνάρας ότι «θα είναι κόλαση ως τον Ιούνιο». Βέβαια, θα μπορούσε να πει κανείς ότι με τον όρο αυτό ο κ. υπουργός χαρακτήριζε ειδικά τις διαπραγματεύσεις με την τρόικα, αλλά δεν θέλει και πολλή φιλοσοφία για να καταλάβουμε ότι η πρόβλεψη ισχύει γενικότερα, καθώς οι κατηγορηματικές εξαγγελίες ότι «δεν γίνεται ούτε συζήτηση για νέα μέτρα» έδωσαν τη θέση τους σε διευκρινίσεις ότι «δεν θα παρθούν οριζόντια μέτρα» (με ποιο μοιρογνωμόνιο θα τα μετρήσουν τάχα;), ενώ όλο και συχνότερα εκφράζονται φόβοι ότι το πολυδιαφημισμένο πρωτογενές πλεόνασμα θα αποδειχτεί στο τέλος του χρόνου στουρναρογενές, αφού το δημόσιο χρωστάει δισεκατομμύρια αριστερά και δεξιά. Κόλαση θα είναι ως τον Ιούνιο, καλά μας το υποσχέθηκαν, αλλά και μετά τον Ιούνιο κόλαση θα είναι, εκτός αν αντιδράσουν οι κολασμένοι…
Ο Νίκος Σαραντάκος είναι συγγραφέας, μεταφραστής και κατοικοεδρεύει στα sarantakos.wordpress.com και στo www.sarantakos.com
via http://enthemata.wordpress.com/2013/11/03/ns/#more-13204