Στις πρώτες δηλώσεις της μετά τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, η επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, υιοθέτησε σκληρή γλώσσα, διαμηνύοντας ότι η Ελλάδα πρέπει να σεβαστεί τους κανόνες της ευρωζώνης και ότι δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή μια ειδική μεταχείριση για το χρέος της. Στο ίδιο μήκος κύματος, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ και ο επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων, Πιερ Μοσκοβισί, υπογράμμισαν την ανάγκη τήρησης των δεσμεύσεων. Αλλά και από την πλευρά του τρίτου μέλους της τρόικας, το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής Μπενουά Κερέ διεμήνυσε ότι η κεντρική τράπεζα του ευρώ δεν πρόκειται να λάβει μέρος σε οποιοδήποτε κούρεμα του ελληνικού χρέους. Ωστόσο ο Κερέ φρόντισε να πετάξει ξανά το γνωστό «καρότο», δηλώνοντας ανοιχτός στο ενδεχόμενο μιας επιμήκυνσης του χρόνου αποπληρωμής του ελληνικού χρέους. Είναι εμφανές ότι η πρόταση που έχει ξαναμπεί νωρίτερα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων επαναφέρεται προκειμένου να παγιδεύσει τη νεότευκτη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και να την απομακρύνει, βέβαια, από τις «μαξιμαλιστικές» και επικίνδυνες θέσεις της διαγραφής και της διεθνούς διάσκεψης για το χρέος.
«Συζητά» κούρεμα η Φινλανδία
Στο πλαίσιο αυτό, ο Φινλανδός πρωθυπουργός Αλεξάντερ Στουμπ -που τις προηγούμενες ημέρες επιχειρηματολογούσε μανιωδώς εναντίον του κουρέματος- δήλωσε χθες ότι είναι έτοιμος να συζητήσει, εφόσον η ελληνική κυβέρνηση δεσμευτεί στις συμφωνίες που έχουν υπογραφεί και στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Σύμφωνος δήλωσε και ο επικεφαλής του Euroworking Group Τόμας Βίζερ, αλλά και ο Βέλγος υπουργός Οικονομικών Γιόχαν βαν Οβερτβελντ, που δήλωσε χαρακτηριστικά ότι «…μπορούμε να μιλήσουμε για αναδιάρθρωση του χρέους, αλλά ο ακρογωνιαίος λίθος είναι ότι η Ελλάδα πρέπει να σεβαστεί τους κανόνες της Νομισματικής Ενωσης».
"Ο Περικλής" Mauro Bianni | ΙL MANIFESTO (ΙΤΑΛΙΑ)
Το ζητούμενο, βέβαια, είναι αν η επιμήκυνση αποπληρωμής του χρέους -που προβάλλει από τους παραπάνω ως παραχώρηση προς την Ελλάδα- λύνει το πρόβλημα. Αναμφίβολα, μια επιμήκυνση μειώνει μεγάλο από το βάρος που επωμίζεται η σημερινή κυβέρνηση για την εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους και αποδεσμεύει πόρους. Δεν είναι όμως σίγουρο ότι θα οδηγήσει τελικά και σε μείωση του χρέους, της αναλογίας χρέους/ΑΕΠ, που αποτελεί κριτήριο βιωσιμότητας και καθορίζει την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας -που απολαμβάνει η χώρα από τους διεθνείς οίκους- και το επιτόκιο με το οποίο δανείζεται το Ελληνικό Δημόσιο. Σε αντίθεση με τη διαγραφή, η επιμήκυνση δεν αποτελεί οριστική λύση, δεν διασφαλίζει απαραίτητα τη βελτίωση της αναλογίας χρέους/ΑΕΠ, ειδικά αν το τελευταίο συνεχίσει να μειώνεται λόγω ύφεσης. Επί της ουσίας η επιμήκυνση μεταθέτει το πρόβλημα στο μέλλον.
Κάτι το οποίο επισήμανε με τα λεγόμενά του χθες και ο επί 13 συναπτά έτη υπουργός Οικονομικών της Αυστρίας Χάνες, ο οποίος υποστήριξε ότι το ελληνικό χρέος θα πρέπει να διαγραφεί κατά τα δύο τρίτα του. Ο Χάνες, ένας από τους σημαντικότερους μεταπολεμικούς υπουργούς Οικονομικών της Αυστρίας, εκτίμησε ότι από το συνολικό χρέος των 320 δισ. ευρώ, το μέγιστο που θα μπορούσε να αποπληρώσει η Ελλάδα ανέρχεται στα 100 δισ. ευρώ. Τόνισε ότι η Ευρώπη θα πρέπει να ανταποκριθεί στις θέσεις του Αλέξη Τσίπρα και να απαιτήσει ταυτόχρονα «θεραπείες που αντέχονται». Σε κάθε περίπτωση, δεν θα πρέπει να υπάρξουν «νουθεσίες» προς την Ελλάδα.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του, ο Χάνες είχε υποστηρίξει ότι οι Ελληνες έχουν δίκιο να δυσθυμούν, αφού κλήθηκαν να πληρώσουν για κάτι που δεν προκάλεσαν. Σημείωσε ότι όταν ένας δανειστής δανείζει σε μια χώρα 372 δισ. ευρώ, τότε είναι εξίσου υπεύθυνος αν ο δανειολήπτης δεν μπορεί να αποπληρώσει τα δάνεια, ενώ τόνισε ότι δάνεια 170 δισ. ευρώ δεν έφτασαν ποτέ στην Ελλάδα, αλλά κατέληξαν σε γερμανικές και γαλλικές τράπεζες.