Όταν ο τσάρος Παύλος Α΄ συνεργάστηκε με το σουλτάνο Σελίμ Γ΄, για να αποκρούσουν μαζί τον επικίνδυνο στρατιωτικά και ιδεολογικά Ναπολέοντα (1798-1799), δόθηκε για πρώτη φορά η δυνατότητα στη Ρωσία, ως επίσημο κράτος, να έρθει σε επαφή με το Ιόνιο και τα νησιά του. Τότε κυριαρχούσαν στα Επτάνησα οι Γάλλοι, οι οποίοι είχαν καταστεί φορέας διάδοσης των φιλελεύθερων ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης στην ευρύτερη οθωμανοκρατούμενη Ελλάδα, αλλά και επικίνδυνοι για την Οθωμανική Αυτοκρατορία και τη Ρωσία, γιατί με ορμητήριο τα ιόνια νησιά μπορούσε ο Ναπολέοντας να αναλάβει επιχειρήσεις εναντίον της Αιγύπτου, των Βαλκανίων και της Μαύρης Θάλασσας, ζωτικών χώρων των Οθωμανών και των Ρώσων. Έπρεπε, λοιπόν, να διωχθούν οι δημοκρατικοί Γάλλοι από το Ιόνιο.
Την ευθύνη της εκστρατείας στη Μεσόγειο και της εκδίωξης των Γάλλων από τα Επτάνησα ανέλαβε τα τέλη Αυγούστου του 1798 ο Ρώσος αντιναύαρχος Φιοντόρ (Θεόδωρος) Φιοντόροβιτς Ουσακώφ, κάτω από τις διαταγές του οποίου τέθηκε και η οθωμανική ναυτική μοίρα υπό τον Καντίρ μπέη. Η συνεργασία των δύο στόλων, του ρωσικού και του οθωμανικού, υπήρξε γενικά αρμονική, ενώ η Ρωσία, έχοντας στο μεταξύ αυτοαναγορευθεί προστάτης των ορθόδοξων υπόδουλων πληθυσμών, επηρέασε θετικά υπέρ της τις επιθυμίες και προσδοκίες των Επτανησίων.
Κατόρθωσαν τελικά οι Ρωσότουρκοι να απομακρύνουν τους Γάλλους από τα Επτάνησα και ήδη από τους πρώτους μήνες του 1799 ανέλαβαν αυτοί ως νέοι κυρίαρχοι. Σε όλα τα νησιά αποκαταστάθηκε το παλιό αριστοκρατικό καθεστώς, το οποίο είχε καταργηθεί από τους Γάλλους. Τον Απρίλιο του 1799 ανακοινώθηκε από τον Ουσακώφ ότι το ιόνιο νησιωτικό σύμπλεγμα θα αποτελέσει ενιαίο κρατικό σχηματισμό με έδρα της κεντρικής κυβέρνησης την Κέρκυρα και μετά από ένα περίπου χρόνο, το Μάρτιο του 1800, η Ρωσία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία υπέγραφαν τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, με την οποία αποφασιζόταν η δημιουργία της «Επτανήσου Πολιτείας» κάτω από την επικυριαρχία του Σουλτάνου.
Έτσι, σχηματιζόταν το πρώτο στη νεότερη ιστορία των Ελλήνων αυτόνομο κρατίδιο σε ελληνικό έδαφος. Βέβαια, υπήρξε ολιγόχρονη η λειτουργία του (μέχρι το 1807) και συντηρητική η πολιτειακή του κατεύθυνση, καθώς εκδίωξε τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης και υπονόμευσε τον εκδημοκρατισμό των Επτανήσων. Ωστόσο, παρά τα αρνητικά αυτά, η Επτάνησος Πολιτεία, ως οργανωμένο αυτόνομο κράτος, παρείχε μια αισιόδοξη προοπτική ελευθερίας στον υπόδουλο ελληνισμό: δάσκαλοι του γένους, όπως ο Αδαμάντιος Κοραής και ο Άνθιμος Γαζής, εκδήλωσαν ενθουσιασμένοι την ευχή και την ελπίδα να ξεκινήσουν από τα Επτάνησα οι απαρχές της ελληνικής ελευθερίας και ανεξαρτησίας.
Όταν ο Ουσακώφ, ως αρχηγός του ενωμένου ρωσοτουρκικού στόλου, ξεκίνησε την εκστρατεία του στη Μεσόγειο, είχε μαζί του τον κεφαλονίτικης καταγωγής υπολοχαγό Γιεγκόρ (Γεώργιο) Μεταξά. Για τον τελευταίο δε γνωρίζαμε τίποτε, καθώς δεν είχε μέχρι τώρα αναφερθεί το όνομα και η δράση του στην ελληνική βιβλιογραφία. Μια πρώτη αναφορά στο όνομά του έγινε στο μεταφρασμένο στα ελληνικά (το 2002) βιβλίο του Ρώσου ιστορικού Ευγένιου Τάρλε, όπου ο τελευταίος στο «Προλογικό σημείωμά» του μας ενημερώνει ότι μια από τις βασικές πηγές του έργου του ήταν οι Σημειώσεις του υποπλοιάρχου Γρηγόρη [αντί του ορθού: Γεωργίου] Μεταξά, οι οποίες εκδόθηκαν στην πλήρη τους μορφή για πρώτη φορά το 1915 από τον Β. Ιλίνσκι, αλλά παρέμειναν για ένα μεγάλο διάστημα αναξιοποίητες. Πρόκειται για μια σημαντική και αναντικατάστατη ιστορική πηγή, καθώς ο Μεταξάς καταγράφει σχεδόν καθημερινά στις Σημειώσεις του περιστατικά και γεγονότα, των οποίων υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας ή και «δράστης» κατά την κατάληψη των Επτανήσων από το ρωσοτουρκικό στόλο.
Ο Γιεγκόρ Μεταξάς του Παύλου γεννήθηκε το 1774 (ή 1775) στην Κρήτη, όπου τότε ενδεχομένως βρισκόταν η οικογένειά του, ενώ ο πατέρας του Παύλος είχε γεννηθεί στην Κεφαλονιά. Φαίνεται, πάντως, ότι μέσα στα αμέσως μετά τη γέννηση του Γιεγκόρ επόμενα χρόνια η οικογένεια Μεταξά εγκαταστάθηκε στη Ρωσία. Ο Γιεγκόρ ακολούθησε στρατιωτική σταδιοδρομία: το 1789 (ή 1790) αποφοίτησε από τη σχολή Ευελπίδων και το 1791 με το βαθμό του αρχικελευστή τοποθετήθηκε στο στόλο της Μαύρης Θάλασσας υπό τις διαταγές του υποναυάρχου Ουσακώφ. Συμμετείχε σε συγκρούσεις με τους Οθωμανούς αλλά και σε άλλες δραστηριότητες του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας, ενώ από το Νοέμβριο του 1795 είχε πάρει το βαθμό του υπολοχαγού.
Στο μεταξύ, είχε αποκτήσει την εμπιστοσύνη του Ουσακώφ. Γι’ αυτό και ο τελευταίος ζήτησε και τον πήρε μαζί του στην εκστρατεία στη Μεσόγειο. Ο Ρώσος υποναύαρχος, μάλιστα, τοποθέτησε τον Μεταξά, επειδή γνώριζε την τουρκική γλώσσα, στη ναυαρχίδα της οθωμανικής μοίρας, για να τον ενημερώνει για τα σήματα και την πορεία της τελευταίας. Κατά τη διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων στο Ιόνιο ο Μεταξάς πήρε μέρος ιδιαίτερα στις αποβατικές ενέργειες των Κυθήρων και της Ζακύνθου, είχε την ευθύνη των συνομιλιών με τον Αλή πασά και πήρε μέρος στην πολιορκία της Κέρκυρας και στην κατάληψη της νησίδας Βίδο.
Μετά την κατάληψη των Επτανήσων και ενώ ο Ουσακώφ έπαιρνε το δρόμο της επιστροφής, ο Μεταξάς μετακινήθηκε προς το μέτωπο της Ιταλίας και της Αδριατικής, όπου δραστηριοποιήθηκε για δέκα περίπου χρόνια (1800-1810) κάτω από τις διαταγές αρχικά του πλοιάρχου Σορόκιν και έπειτα του ναυάρχου Σενιάβιν, ενώ από το 1809 είχε πάρει το βαθμό του υποπλοιάρχου. Τελικά, ο Μεταξάς αποχώρησε από το πολεμικό μέτωπο το 1811, οπότε και αναχώρησε από την Τεργέστη, για να επιστρέψει οδικώς στην πόλη Νικολάγιεβ. Και τρία χρόνια αργότερα, το 1814, απολύθηκε από το Πολεμικό Ναυτικό με το βαθμό του αντιπλοιάρχου μετά από αίτησή του για λόγους υγείας.
Ο Γιεγκόρ Μεταξάς είναι πια μια γνωστή προσωπικότητα της ρωσικής κοινωνίας. Όντας ένας από τους ήρωες της μεσογειακής εκστρατείας, παρασημοφορημένος δύο τουλάχιστο φορές, δέχεται την εκτίμηση της Πολιτείας και έχει πετύχει την κοινωνική καταξίωση. Είναι συνομιλητής και καλός φίλος σοβαρών προσωπικοτήτων της Μόσχας, ενώ συνδέεται με αδελφική φιλία με τον Ιωάννη Καποδίστρια, σημαντικότατο τότε κρατικό αξιωματούχο.
Εγκαταστημένος πια στη Μόσχα, είναι μάλλον βέβαιο ότι το 1813 με 1814 αποφασίζει να δημιουργήσει οικογένεια. Παντρεύεται τη Μαρία του Φιοντόρ, με την οποία αποκτά δύο παιδιά, την Ελισάβετ και τον Σπυρίδωνα, τον οποίο βάφτισε ο Καποδίστριας. Δεν άργησαν, ωστόσο, να του παρουσιαστούν οικονομικά προβλήματα, τα οποία αρκετές φορές κατόρθωσε να αντιμετωπίσει χάρη στη βοήθεια υψηλών φίλων του. Η άσχημη, όμως, οικονομική κατάσταση της οικογένειας φαίνεται ότι συνεχίστηκε και μετά το θάνατο του Μεταξά (η σύζυγός του Μαρία είχε πεθάνει πριν από αυτόν το 1834 σε ηλικία 60 χρονών), καθώς η κόρη του Ελισάβετ αναγκάζεται το 1861, σε ηλικία 47 χρονών, να ζητήσει με επιστολή της από το Σύλλογο Λογοτεχνών της Μόσχας οικονομική βοήθεια.
Από την παραπάνω επιστολή πληροφορούμαστε επιπλέον ότι ο Μεταξάς κατά τη διάρκεια της αποστρατείας του επιδόθηκε στη συγγραφή, με αποτέλεσμα να γίνει μέλος του Συλλόγου Λογοτεχνών. Πρόλαβε και εξέδωσε το 1813 ένα φυλλάδιο με τίτλο Πυρκαγιά της Μόσχας το 1812 και το 1820-1821 το έργο του με τίτλο Ελληνικά συμβάντα. Πεθαίνοντας άφησε ανέκδοτο χειρόγραφο με τίτλο Σημειώσεις του Ρώσου αξιωματικού του στόλου της Μαύρης Θάλασσας επί του Ουσακώφ – πρόκειται για τις Σημειώσεις του υποπλοιάρχου Γρηγόρη Μεταξά, που συμβουλεύθηκε για τη συγγραφή του έργου του ο ιστορικός Τάρλε.
Τα δύο τελευταία, Ελληνικά συμβάντα και Σημειώσεις, ενδιαφέρουν ιδιαίτερα την ελληνική πλευρά, γι’ αυτό και επιβάλλεται να μελετηθούν, καθώς είναι αναμενόμενο ότι θα δώσουν νέα στοιχεία και ενδιαφέρουσες εκτιμήσεις για τα θέματα που πραγματεύονται. Ειδικότερα οι Σημειώσεις θεωρούμε ότι αποτελούν τη μοναδική ίσως πηγή πληροφοριών για τη ρωσική παρουσία και δράση στη Μεσόγειο κατά την περίοδο 1798-1800, σύμφωνα και με εκτιμήσεις Ρώσων ερευνητών. Κατά τη διάρκεια εκείνης της εκστρατείας ο Μεταξάς κατέγραψε γεγονότα και σημείωσε κρίσεις και αποτιμήσεις, ενώ αργότερα στη Μόσχα φαίνεται ότι ξαναδούλεψε το υλικό του, το οποίο με τις αναγκαίες προσθήκες και προσαρμογές πήρε την τελική του μορφή τη δεκαετία του 1820, για να εκδοθεί το 1915 από τον Β. Ιλίνσκι.
Το βιβλίο αυτό αποτελείται από 15 κεφάλαια. Ξεκινά τις Σημειώσεις του ο Μεταξάς με την έξοδο του ρωσικού στόλου από τη Σεβαστούπολη με κατεύθυνση προς την Κων/πολη, όπου θα γίνονταν και οι συνομιλίες του Ουσακώφ με τη σουλτανική πλευρά, και στη συνέχεια αναφέρεται στις οθωμανικές θαλάσσιες δυνάμεις, οι οποίες μαζί με το ρωσικό στόλο θα έπλεαν προς τα ιόνια νησιά εναντίον των Γάλλων. Είναι αρκετά ενδιαφέρουσες οι πληροφορίες που μας δίνει για την κατάληψη των νησιών του νότιου και κεντρικού Ιονίου, των Κυθήρων, της Ζακύνθου, της Κεφαλονιάς και της Λευκάδας. Ειδικότερα για την Κέρκυρα αφιερώνει αρκετές σελίδες, που αφορούν στην πολιορκία της, την κατάληψη του νησιού Βίδο και την τελική παράδοση της Κέρκυρας. Αξιοπρόσεκτες είναι, επίσης, οι πληροφορίες που μας δίνει για τους τρόπους διοίκησης των νησιών αλλά και για την αρχαιολογική εικόνα και την ιστορία, αρχαία και νεότερη, κάθε νησιού – πληροφορίες βέβαια που άντλησε από τους ντόπιους ή από σύγχρονά του συγγράμματα. Σημαντικό για τον ιστορικό ερευνητή είναι ακόμη το πληροφοριακό υλικό που αναφέρεται στον Αλή πασά των Ιωαννίνων, τον οποίο ο ίδιος ο Μεταξάς επισκέφθηκε και με τον οποίο συνομίλησε και μαζί του έκλεισε συμφέρουσες για τη ρωσική πλευρά συμφωνίες.
Από τα παραπάνω φαίνεται, νομίζουμε, η χρησιμότητα του βιβλίου του αντιπλοιάρχου Μεταξά. Η προσεκτικότερη μελέτη και η αξιοποίησή του θα εμπλουτίσει τις γνώσεις μας για το πώς έγινε η κατάληψη των Επτανήσων από τους Ρωσότουρκους και θα μας δώσει νέα στοιχεία για τα νησιά και τους κατοίκους τους εκείνης της εποχής. Με άλλα λόγια, δηλαδή, το έργο αυτό δεν ενδιαφέρει μόνο τον ιστορικό αλλά και τον αρχαιολόγο και το γεωγράφο και τον πολιτικό επιστήμονα και το λαογράφο/ανθρωπολόγο. Γι’ αυτό, ακριβώς, επιβάλλεται, νομίζουμε, να μεταφραστεί αυτό το βιβλίο από τα ρωσικά στα ελληνικά, για να γίνει προσιτό σε κάθε ενδιαφερόμενο μελετητή και ερευνητή. Και με την ευκαιρία αυτή απευθύνω έκκληση προς τη Δημοτική Αρχή ή οποιοδήποτε άλλο φορέα θα επιθυμούσε να συμβάλει στην ελληνική έκδοση του σημαντικότατου αυτού βιβλίου του Γιεγκόρ Μεταξά, ενός Κεφαλονίτη της Ρωσίας.
Πέτρος Πετράτος
via http://petrospetratos.blogspot.gr/search?updated-max=2013-01-05T14: